Ο γυάλινος κόσμος
Tennessee Williams
Περίληψη Έργου
Την δεκαετία του 1930, σ’ ένα σοκάκι στο Σαίντ Λούις των Ηνωμένων Πολιτειών, ζει η οικογένεια Γουίνγκφιλντ.
Η οικογένεια αποτελείται από την μητέρα Αμάντα, την κόρη Λώρα και τον γιο Τομ.
Σε όλη την διάρκεια του έργου, ταυτόχρονα με τον ρόλο του ‘Τομ γιου’, ο οποίος συμμετέχει ενεργά στην πλοκή της ιστορίας, υπάρχει και ο ρόλος του ‘Τομ αφηγητή’.
«Μια αναπόληση είναι το έργο», στο οποίο οι ήρωες παλεύουν να επιβιώσουν με μοναδικό εισόδημα τον μισθό του ‘Τομ γιου’, ο οποίος εργάζεται στο παράρτημα παπουτσιών μιας αποθήκης εμπορευμάτων και τις αποτυχημένες προσπάθειες της Αμάντα, να πουλήσει συνδρομές ενός περιοδικού, μέσω τηλεφώνου.
Η Αμάντα δεν είναι ποτέ ικανοποιημένη από την προσφορά του γιου της Τομ και του ζητάει διαρκώς να προσπαθεί περισσότερο. Οι εντάσεις μεταξύ τους είναι δυνατές.
Η Λώρα έχει σωματική δυσπλασία και γι’ αυτό έχει εγκαταλείψει τον έξω κόσμο. Παραμένει κλεισμένη στο σπίτι της οικογένειας και φροντίζει την συλλογή της από γυάλινα ζωάκια.
Η εγκατάλειψη του πατέρα, πριν δέκα έξι χρόνια, πλανάται σαν φάντασμα, μέσω της φωτογραφίας του, η οποία κρέμεται ακόμα σε έναν τοίχο του σπιτιού.
Η Αμάντα προσπαθεί απελπισμένα να παντρέψει την Λώρα, έτσι ώστε, μέσω ενός ‘πετυχημένου γάμου’, να εξασφαλιστεί και η ίδια.
Η αρχή του τέλους για όλα τα πρόσωπα της ιστορίας έρχεται όταν ο ‘Τομ γιος’ φέρνει για φαγητό στο σπίτι, ως υποσχόμενο σύζυγο της Λώρα, τον συνάδελφό του Τζιμ.
Ο Τζιμ, προτού αποχωρήσει από το σπίτι της οικογένειας, ανακοινώνει ότι πρόκειται να παντρευτεί σύντομα.
Η Αμάντα κατηγορεί τον ‘Τομ γιο’ ότι την κορόιδεψε, επειδή αυτός «ζει μέσα σ΄ ένα όνειρο».
Η Λώρα επιστρέφει στην απομόνωσή της.
Ο ‘Τομ γιος', όπως έχει προαποφασίσει πριν την έλευση του Τζιμ, φεύγει, εγκαταλείποντας μητέρα και αδελφή και δεν επιστρέφει ποτέ ξανά στο σπίτι.
Η οικογένεια αποτελείται από την μητέρα Αμάντα, την κόρη Λώρα και τον γιο Τομ.
Σε όλη την διάρκεια του έργου, ταυτόχρονα με τον ρόλο του ‘Τομ γιου’, ο οποίος συμμετέχει ενεργά στην πλοκή της ιστορίας, υπάρχει και ο ρόλος του ‘Τομ αφηγητή’.
«Μια αναπόληση είναι το έργο», στο οποίο οι ήρωες παλεύουν να επιβιώσουν με μοναδικό εισόδημα τον μισθό του ‘Τομ γιου’, ο οποίος εργάζεται στο παράρτημα παπουτσιών μιας αποθήκης εμπορευμάτων και τις αποτυχημένες προσπάθειες της Αμάντα, να πουλήσει συνδρομές ενός περιοδικού, μέσω τηλεφώνου.
Η Αμάντα δεν είναι ποτέ ικανοποιημένη από την προσφορά του γιου της Τομ και του ζητάει διαρκώς να προσπαθεί περισσότερο. Οι εντάσεις μεταξύ τους είναι δυνατές.
Η Λώρα έχει σωματική δυσπλασία και γι’ αυτό έχει εγκαταλείψει τον έξω κόσμο. Παραμένει κλεισμένη στο σπίτι της οικογένειας και φροντίζει την συλλογή της από γυάλινα ζωάκια.
Η εγκατάλειψη του πατέρα, πριν δέκα έξι χρόνια, πλανάται σαν φάντασμα, μέσω της φωτογραφίας του, η οποία κρέμεται ακόμα σε έναν τοίχο του σπιτιού.
Η Αμάντα προσπαθεί απελπισμένα να παντρέψει την Λώρα, έτσι ώστε, μέσω ενός ‘πετυχημένου γάμου’, να εξασφαλιστεί και η ίδια.
Η αρχή του τέλους για όλα τα πρόσωπα της ιστορίας έρχεται όταν ο ‘Τομ γιος’ φέρνει για φαγητό στο σπίτι, ως υποσχόμενο σύζυγο της Λώρα, τον συνάδελφό του Τζιμ.
Ο Τζιμ, προτού αποχωρήσει από το σπίτι της οικογένειας, ανακοινώνει ότι πρόκειται να παντρευτεί σύντομα.
Η Αμάντα κατηγορεί τον ‘Τομ γιο’ ότι την κορόιδεψε, επειδή αυτός «ζει μέσα σ΄ ένα όνειρο».
Η Λώρα επιστρέφει στην απομόνωσή της.
Ο ‘Τομ γιος', όπως έχει προαποφασίσει πριν την έλευση του Τζιμ, φεύγει, εγκαταλείποντας μητέρα και αδελφή και δεν επιστρέφει ποτέ ξανά στο σπίτι.
Θεατρολογική Επεξεργασία: Μαρία Μητροπούλου
Ψυχοθεατρολογική Ανάλυσις: Μαρία Μητροπούλου/Πάνος Μαβιτζής
Ψυχοθεατρολογική Ανάλυσις: Μαρία Μητροπούλου/Πάνος Μαβιτζής